Ο Αστικός Κώδικας έχει προβλέψει και ρυθμίσει τις περιουσιακές των συζύγων, όταν και οι δύο έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Τι γίνεται όμως όταν οι σύζυγοι έχουν διαφορετική ιθαγένεια; Το δίκαιο ποιας χώρας εφαρμόζεται;
Για γάμους που συνήφθησαν έως τις 28 Ιανουαρίου 2019, οι περιουσιακές σχέσεις των συζύγων διέπονται από το δίκαιο που ρυθμίζει τις προσωπικές σχέσεις τους αμέσως μετά την τέλεση του γάμου, δηλαδή κατά σειρά: 1. από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής ιθαγένειάς τους, εφόσον ο ένας τη διατηρεί, 2. ελλείψει τέτοιας, από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής συνήθους διαμονής τους και, 3. ελλείψει τέτοιας, από το δίκαιο με το οποίο οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα.
Στους γάμους που συνάπτονται από τις 29 Ιανουαρίου 2019 και έπειτα, οι σύζυγοι μπορούν να ορίσουν το εφαρμοστέο στις περιουσιακές τους σχέσεις δίκαιο. Ελλείψει συμφωνίας επιλογής δικαίου, ο καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου ορίζεται κατά σειρά, από την πρώτη κοινή συνήθη διαμονή των συζύγων μετά την τέλεση του γάμου και ελλείψει τέτοιας, από την κοινή ιθαγένεια των συζύγων κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου. Το κριτήριο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωση που οι σύζυγοι έχουν περισσότερες της μίας από κοινού ιθαγένειες.
Σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, υπάρχουν δύο διαφορετικά συστήματα, το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας / συμμετοχής στα αποκτήματα και το σύστημα της κοινοκτημοσύνης. Το πρώτο εφαρμόζεται στην περίπτωση που οι σύζυγοι δεν έχουν συνάψει σύμβαση. Το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας/συμμετοχής στα αποκτήματα καθιερώνει έναν κανόνα βάσει του οποίου ο γάμος δεν μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων. Η περιουσία που διέθεταν οι σύζυγοι πριν από τον γάμο τους και αυτή που αποκτούν μετά την τέλεσή του εξακολουθεί να αποτελεί χωριστή περιουσία τους, έκαστος δε σύζυγος ευθύνεται ατομικά για τις οφειλές του με την χωριστή περιουσία του. Σε περίπτωση λύσης του γάμου, ωστόσο, κάθε σύζυγος έχει δικαίωμα συμμετοχής στην αύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου που επήλθε αφότου τελέσθηκε ο γάμος, εφόσον συνέβαλε στην αύξηση αυτή. Στο σύστημα της κοινοκτημοσύνης, οι σύζυγοι επιλέγουν να εγκαθιδρύσουν ένα σύστημα κοινωνίας κατά ίσα μέρη σε περιουσιακά τους στοιχεία, χωρίς, ωστόσο να έχουν δικαίωμα διάθεσης του ιδανικού του μεριδίου.
Με βάση και τα δύο ανωτέρω συστήματα, οι δικαιοπραξίες στις οποίες προβαίνει ο ένας εκ των συζύγων είναι δεσμευτικές μόνο για τον σύζυγο αυτόν. Ωστόσο, στην περίπτωση του συστήματος της κοινοκτημοσύνης, για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο ένας σύζυγος κατά τη διάρκεια του γάμου για τη διαχείριση της κοινής περιουσίας, καθώς και για τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο ένας σύζυγος για τις ανάγκες τις οικογένειας, ευθύνεται επικουρικά και ο μη οφειλέτης σύζυγος. Αυτό αποκτά ιδιάζουσα σημασία σε περίπτωση δημιουργίας χρεών.
Οι σύζυγοι μπορούν να επιλέγουν με σύμβαση το σύστημα που θα ρυθμίζει τις περιουσιακές σχέσεις τους. Η σύμβαση πρέπει να καταρτιστεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να καταχωρισθεί σε ένα ειδικό δημόσιο βιβλίο, είτε πριν από τον γάμο είτε κατά τη διάρκειά του και δύναται να τροποποιηθεί.